Με αφορμή την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, θεσπίζονται σε όλες τις χώρες του Δυτικού κόσμου, νόμοι ενάντια στην τρομοκρατία. Η Ελλάδα μπαίνει και αυτή στο χορό της τρομοϋστερίας με την ψήφιση των νόμων 187 και 187Α το 2001 και το 2004 αντίστοιχα, ενώ δημιουργεί ειδική πτέρυγα κράτησης στα υπόγεια του Κορυδαλλού για τους πολιτικούς κρατούμενους της 17Ν.
Μετά τον φοιτητικό ξεσηκωμό του 2006-07 και την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, μεγάλα κοινωνικά κομμάτια υιοθετούν βίαιες μεθόδους αντίστασης ενάντια στο μονοπώλιο της βίας του κράτους. Νέες κατασταλτικές μονάδες κάνουν την εμφάνιση τους στους δρόμους (ομάδα Δ) ενώ πρώτη φορά αντιτρομοκρατικός νόμος χρησιμοποιείται εναντίον ανήλικων διαδηλωτών που συμμετέχουν στις συγκρούσεις των Δεκεμβριανών στη Λάρισα.
Στα επόμενα χρόνια, η κρίση θα βαθύνει και η επίθεση στα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν θα έχει προηγούμενο. Οι αντιδράσεις των “από τα κάτω” θα κορυφωθούν με το κίνημα των πλατειών και τις απεργίες που καλούνται εκείνη την περίοδο. Το νομικό οπλοστάσιο του κράτους εξοπλίζεται ακόμα περισσότερο με τον κουκουλονόμο τη βίαιη απόσπαση DNA το 2012 και τη δημιουργία των φυλακών υψίστης ασφαλείας τύπου Γ’ το 2013. Σε όλη αυτή την περίοδο των έντονων κοινωνικοταξικών συγκρούσεων, ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων θα ξεπεράσει τους πενήντα.
Από τις 2 Μαρτίου ξεκινάει μαζική απεργία πείνας δεκάδων πολιτικών κρατουμένων με αιτήματα την κατάργηση των τρομονόμων 187 και 187Α, των φυλακών τύπου Γ, του κουκουλονόμου, την κατάργηση της βίαιης λήψης DNA και της δυνατότητας να κατηγορούνται βάσει αυτού (το οποίο επιστημονικά είναι και ανεπαρκές), την άμεση απελευθέρωση του Σάββα Ξηρού λόγω ποσοστού αναπηρίας πάνω από 80% και των συγγενικών προσώπων του Γ. Τσάκαλου.
Στον Ελλαδικό χώρο σήμερα, το κράτος θέλοντας να αποκρύψει την ουσία των κοινωνικοταξικών αγώνων και το πολιτικό τους περιεχόμενο, δεν αναγνωρίζει νομικά τους πολιτικούς κρατούμενους. Η αναγνώριση τους ως τέτοιων γίνεται μόνο μέσα από τις ειδικές συνθήκες κράτησης και τις εξοντωτικές ποινές που επιφυλάσσει το καθεστώς για τις φωνές που τολμούν να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του και να αντιπροτείνουν μία πιο δίκαιη μορφή οργάνωσης της κοινωνίας.
Από την ελληνική μυθολογία ακόμα, το Κράτος και η Βία αποτελούν τα δίδυμα νόθα παιδιά του Δία. Το κράτος ως κράτος αλλά πολύ περισσότερο ως διαμεσολαβητής του κεφαλαίου, είναι ο κύριος εκφραστής της βίας πάνω στην κοινωνία. Είναι αυτό που μέσα από τους μηχανισμούς του βαπτίζει τους πολιτικούς κρατούμενους και τους κοινωνικούς αγωνιστές, τρομοκράτες. Είναι αυτό, που για να κάνει το χατίρι στην Eldorado Gold και στον μεγαλοεπιχειρηματία Μπόμπολα, έσυρε στα δικαστήρια ως τρομοκράτες τους κατοίκους ενός ολόκληρου χωριού.
Με το σχέδιο που κατατίθεται από τον υπουργό Δικαιοσύνης Παρασκευόπουλο για την ικανοποίηση μερικών αιτημάτων των απεργών, μπορεί να βλέπουμε μία πρώτη νίκη, παρ’ όλα αυτά σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να εφησυχαζόμαστε.
Σε μία κοινωνία που η δομή της προσομοιάζει στη δομή της φυλακής, από τα σχολεία μέχρι τα ψυχιατρεία, έχουμε ακόμα πολλά κάγκελα και πολλούς τοίχους να γκρεμίσουμε. Αν στις φυλακές σήμερα μπορούν οι έγκλειστοι να έχουν βιβλία, τηλεόραση, ελεύθερη τηλεφωνική επικοινωνία, άδειες, αναστολές, αν δεν τους χτυπούν οι δεσμοφύλακες, αυτό οφείλεται στις αιματηρές εξεγέρσεις και τις απεργίες πείνας παλιότερων κρατουμένων.
Τα αιτήματα των κρατουμένων, είναι και δικά μας αιτήματα. Ο αγώνας των μέσα, είναι κομμάτι του αγώνα που δίνει καθημερινά το σύνολο των καταπιεσμένων ενάντια στην άδικη οργάνωση αυτής τη κοινωνίας.
Τρομοκρατία είναι η βία που ασκείται από πάνω προς τα κάτω,
το αντίθετο ονομάζεται Αντίσταση
*Mαζικές και συντονισμένες απεργίες πείνας κοινωνικών αγωνιστών στις ελληνικές φυλακές έχουν πραγματοποιηθεί σε όλη την ιστορία του κοινωνικού – ταξικού αγώνα στην Ελλάδα. Από την εποχή του μεσοπολέμου – επί Μεταξά – και τον εμφύλιο έως την επταετία των συνταγματαρχών και τη μεταπολίτευση της σύγχρονης αστικής δημοκρατίας, είναι πολλές εκείνες οι στιγμές κατά τις οποίες πολιτικοί κρατούμενοι αλλά και ευρύτερος πληθυσμός των φυλακών έκαναν αυτή την επιλογή ως έσχατο μέσο πίεσης προς την εκάστοτε εξουσία διεκδικώντας δικαιοσύνη και καλώντας συγχρόνως το ταξικό ανταγωνιστικό κίνημα σε όξυνση του αγώνα.